Προϊστορία

Η Υπάτη για πρώτη φορά αναφέρεται από το 410 π.Χ., πράγμα που υπονοεί την ύπαρξή της και πριν από αυτή τη χρονολογία.

Κατά τα χρόνια της ακμής της αριθμεί 60.000 κατοίκους. Πρώτοι κάτοικοι της Υπάτης ήταν οι Αινιάνες, αρχαίο ελληνικό φύλο, που εγκαταστάθηκε στην περιοχή.

Στους ιστορικούς χρόνους η Υπάτη είναι γνωστή ως <Πρώτη> (πρωτεύουσα) των Αινιάνων, ενός λαού ελληνικού που αρχικά κατοίκησε κοντά στους Περραιβούς, στη γύρω περιοχή της Δωδώνης και μετά την κάθοδο των Δωριέων αναγκάστηκαν να μετακινηθούν και τελικά εγκαταστάθηκαν στις βόρειες υπώρειες της Οίτης. Εδώ οι Αινιάνες αναπτύχθηκαν σε λαό αυτοτελή, αφού δημιούργησαν <Κοινόν> και διοικούμενοι από δικούς τους άρχοντες <τους Αινίαρχους> έκαναν την πόλη <Ύπατα> πρωτεύουσά τους μετονομαζοντάς την Υπάτη. Οι άρχοντες του Κοινού των Αινιάνων ήταν 5, η πρωτεύουσα Υπάτη είχε 3 δικούς της άρχοντες. Είχε δικό της νόμισμα, με παράσταση του Δία και της Αθηνάς και μετείχε με αντιπροσώπους της στο Αμφικτιονικό Συνέδριο, με δική της ψήφο. Για μεγάλο λοιπόν χρονικό διάστημα η τύχη της Υπάτης ταυτίζεται με αυτή των Αινιάνων.

Η Υπάτη, από τον 4ο αι. π.Χ. μέχρι τον 8ο αι. μ.Χ., γίνεται γνωστή με τις ονομασίες: Υπάτη, Ύπατα, Υπάτα, Υπατία. Από τον 8ο αι. μ.Χ. μέχρι το 1453 με την ονομασία Νέαι Πάτραι και από το 1453 μέχρι το 1833 τη γνωρίζουμε με τις ονομασίες: Νέαι Πάτρεαι, Νεοπάτρα, Πάτρα, Νέαι Πάτραι της Ελλάδος, Πατρατζίκιον. Από το 1833 μέχρι και σήμερα φέρει και είναι γνωστή με το παλιό της όνομα και αρχικό: Υπάτη. Οι κάτοικοι της Υπάτης προσφωνούνταν Υπαταίοι (ή και Υπατέοι), Νεοπατρινοί, Πατρατζικιώτες. 

Η πρωτεύουσα των Αινιάνων ήταν μεν πολύ αρχαία πόλη, αλλά για πρώτη φορά μνημονεύεται από τον Αριστοτέλη (384 - 322 π.Χ.): 

«της καλουμένης Αινιακής χώρας περί την ονομαζομένην Υπάτην λέγεται παλαιά τις στήλη ευρεθήναι» (Αριστοτ. περί θαυμ. άκουσμ. κεφ. 145).

Η πρώτη παρουσίαση χάλκινου νομίσματος της Υπάτης ανάγεται στα χρόνια 400 - 344 π.Χ. Κατά τις επιδρομές των Αιτωλών, οι Υπαταίοι αναγκάστηκαν να προσχωρήσουν στους Αιτωλούς είτε το 280, είτε το 229 π.Χ.